19 Ιαν 2008

Ο Χριστός και οι Έλληνες

Μ΄ αυτό τον τίτλο αναφέρεται σε παλιά (ίσως και σε σημερινά, δεν ξέρω) ελληνικά βιβλία θρησκευτικών ότι κάποτε είπαν στο Χριστό ότι Έλληνες ζητούν να τον δουν, κι εκείνος απάντησε "Έφτασε η ώρα να δοξαστεί ο Υιός του Ανθρώπου." Δεν το έλεγαν αυτολεξεί, αλλά το συμπέρασμα που έβγαινε ήταν ότι ακόμη και ο Θεάνθρωπος το θεωρούσε δόξα και τιμή του να ενδιαφέρονται γι΄αυτόν οι Έλληνες!

Πρόκειται βεβαίως για ανοησία. Ιδού τί λέει το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο, κεφ. ΙΒ΄, στ. 20-33:

"Ἦσαν δὲ Ἕλληνές τινες ἐκ τῶν ἀναβαινόντων ἵνα προσκυνήσωσιν ἐν τῇ ἑορτῇ· οὗτοι οὖν [...] ἠρώτων [τον Φίλιππον] λέγοντες· κύριε, θέλομεν τὸν Ἰησοῦν ἰδεῖν. [...] ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀποκρίνεται αὐτοῖς λέγων· ἐλήλυθεν ἡ ὥρα ἵνα δοξασθῇ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου. ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐὰν μὴ ὁ κόκκος τοῦ σίτου πεσὼν εἰς τὴν γῆν ἀποθάνῃ, αὐτὸς μόνος μένει· ἐὰν δὲ ἀποθάνῃ, πολὺν καρπὸν φέρει. ὁ φιλῶν τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἀπολλύει αὐτήν, καὶ ὁ μισῶν τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἐν τῷ κόσμῳ τούτῳ εἰς ζωὴν αἰώνιον φυλάξει αὐτήν. ἐὰν ἐμοί διακονῇ τις, ἐμοὶ ἀκολουθείτω, καὶ ὅπου εἰμὶ ἐγὼ, ἐκεῖ καὶ ὁ διάκονος ὁ ἐμὸς ἔσται· καὶ ἐάν τις ἐμοὶ διακονῇ, τιμήσει αὐτὸν ὁ πατήρ. Νῦν ἡ ψυχή μου τετάρακται, καὶ τί εἴπω; Πάτερ, σῶσόν με ἐκ τῆς ὥρας ταύτης; ἀλλὰ διὰ τοῦτο ἦλθον εἰς τὴν ὥραν ταύτην. Πάτερ, δόξασόν σου τὸ ὄνομα. [...] νῦν κρίσις ἐστὶ τοῦ κόσμου τούτου, νῦν ὁ ἄρχων τοῦ κόσμου τούτου ἐκβληθήσεται ἔξω· κἀγὼ ἐὰν ὑψωθῶ ἐκ τῆς γῆς, πάντας ἑλκύσω πρὸς ἐμαυτόν. τοῦτο δὲ ἔλεγεν σημαίνων ποίῳ θανάτῳ ἤμελλεν ἀποθνήσκειν. "

Μ' άλλα λόγια:

Πρώτον, οι "Έλληνες" δεν είναι Έλληνες, παρά ελληνόφωνοι Εβραίοι της διασποράς, "εκ των αναβαινόντων [στην Ιερουσαλήμ] ίνα προσκυνήσωσιν εν τη εορτή [του Πάσχα - όλο το κεφ. ΙΒ΄ εκτυλίσσεται "προ εξ ημερών του πάσχα", βλ. στ. 1]".

Δεύτερον και σπουδαιότερο, τα λόγια του Χριστού, παρόλο που εμφανίζονται ως απάντηση στην είδηση ότι οι "Έλληνες" ζητούν να τον δούν, δεν έχουν άμεση σχέση μ΄αυτήν: η φράση "ελήλυθεν η ώρα ίνα δοξασθή" αναφέρεται σαφώς στα Πάθη του Χριστού, τα οποία αυτός αρχίζει τότε να προαναγγέλλει δια μακρών.